ΜΕΛΙΣΣΙΝΟΣ “ΕΝΑΣ ΜΙΚΡΟΣ ΘΡΥΛΟΣ ΣΤΗΝ ΠΟΛΗ ΤΩΝ ΘΡΥΛΩΝ”

του Τζέισον Σκούνοβερ

1978 – CANADA HERALD TRIBUNE

ΑΘΗΝΑ- Δεν συμβαίνει συχνά ένα άτομο να μετατρέπεται σε τουριστικό αξιοθέατο, όμως αυτή είναι η περίπτωση του σανδαλοποιού ποιητή, στο γιουσουρούμ της Αθήνας, του Σταύρου Μελισσινού. Το να τον περιγράψουμε σαν ένα σεμνό μύθο θα ήταν κάτι πιο κοντά στην πραγματικότητα.
Ένας «ιδίω δικαιώματι», διεθνούς φήμης ποιητής, είναι επίσης κι ο σανδαλοποιός διασημοτήτων όπως η Σοφία Λόρεν, που φορά τα σανδάλια του από τότε που κινηματογράφησε το “Παιδί και το Δελφίνι” στα τοπικά ύδατα, τόσο παλιά που κανείς δε θέλει να θυμάται, των Μπίτλς, του Ρούντολφ Νουρέγιεφ, της Μαργκό Φοντέιν, της Τζάκη Ωνάση, του Άντονι (Ζορμπάς, Ο Έλληνας Μεγιστάνας), Κουήν, του Τζόρτζ Πέπαρντ, της Ούρσουλα Άντρες και του μακαρίτη Τζόζεφ Κόττεν και Γκάρυ Κούπερ. Με ένα τέτοιο πελατολόγιο σίγουρα πρέπει να κάνει σωστά την δουλειά του.

Το ανεπιτήδευτο μαγαζάκι του Μελισσινού βρίσκεται στην σκιά της Ακρόπολης, δίπλα στη πλατεία Μοναστηρακίου. Εκεί βλέπει κανείς την χαοτική πολυχρωμία της μπερδεμένης πληθώρας των καροτσιών, πάγκων και καταστημάτων που απαρτίζουν την μεγάλη αγορά των παλιατζίδικων, όπου η «τουριστική τέχνη», των σφυρήλατων μπρούτζινων δίσκων και κανατιών, οι απομιμήσεις των αγαλμάτων της Αθηνάς και οι κάρτες αγοράζονται και πουλιούνται, σε μια περιοχή όπου η δραχμή δεν είναι αυτό που ήταν, και όπου συχνά ισχύει το: «φοβού τους Δαναούς και δώρα φέροντας» προς πώληση. Ο Μελισσινός ξεχωρίζει σαν ένας πράος έμπορος και τεχνίτης, που προσφέρει σε λογικές τιμές ένα ποιοτικό προϊόν, που δημιούργησε με την τίμια εργασία του.
Βρίσκεται στην οδό Πανδρόσου 89, τον μικρό δρόμο, που σχηματίζουν τα ακόμη μικρότερα μαγαζάκια και που βασίζεται κυρίως στον ξένο τουρίστα, που τον τραβά ο ελληνικός τρόπος ζωής. Εκεί μέσα στην ακαταστασία και την μυρωδιά του δέρματος, ο γνωστότερος έλληνας ποιητής, θεατρικός συγγραφέας και μεταφραστής λογοτεχνικών έργων ασκεί με γλυκύτητα την τέχνη του.
Το αντικείμενο όλου του ενδιαφέροντος είναι ένας μεσήλικας που έχει αρχίσει να καραφλαίνει και να παίρνει βάρος, αλλά που έχει επίσης τα καθαρά μάτια ενός παιδιού κι ένα πρόσωπο τόσο τρυφερό όσο η βακέτα την οποία επεξεργάζεται με τόση δεξιοτεχνία.

Από τότε που άρχισε να γράφει ποίηση, το 1953, ο Μελισσινός έχει εκδώσει 10 ποιητικές συλλογές, πολλές από τις οποίες έχουν μεταφραστεί στο εξωτερικό. Τα έργα του Βρίσκονται στις βιβλιοθήκες των πανεπιστημίων του Χάρβαρντ και της Οξφόρδης. Τον έχει παρουσιάσει το B.B.C., τα τρία αμερικάνικα δίκτυα και προσφάτως, σε συνδυασμό με μια επίσκεψη της «Μις Καναδάς» και στο δικό μας CTV.Επίσης έχει γράψει αρκετά θεατρικά κι έχει μεταφράσει έργα μεγάλων λογοτεχνών στα ελληνικά.
«Η ελληνική είναι πλουσιότερη από τις άλλες γλώσσες κι έτσι οι μεταφράσεις, συχνά, είναι καλλίτερες» λέει.
Το γνωστότερο έργο του, τα Ρουμπαγιάτ του Μελισσινού, του 1959, του οποίου οι 127 στίχοι εξυμνούν κάτι που ακουμπά πολύ συχνά τα χείλη πολλών ελλήνων -το κρασι- διδάσκεται σε αρκετά σημαντικά αμερικάνικα πανεπιστήμια. Επίσης χρησιμοποιεί και στην τέχνη του, την παλιά στρατιωτική του εκπαίδευση πάνω στη ραδιοηλεκτρολογία.
«Υπάρχει σχέση ανάμεσα στην ποίηση και τα μαθηματικά. Και πολύ κοντινή μάλιστα».

Η ποίησή του είναι λυρική, τείνει σε ένα ρομαντισμό του τύπου του Ομάρ Καγιάμ και είναι συγχρόνως απλή και φιλοσοφική.
Έχει φθάσει στο σημείο όπου ένα θεατρικό του: «Η Ζώνη Αγνότητος», απαγορεύτηκε στην Ελλάδα για πολιτικούς λόγους, γεγονός που τον κάνει μάλλον περήφανο.

Γιατί ένας άνθρωπος τόσο γνωστός εξακολουθεί να ασκεί ένα επάγγελμα τόσο καθημερινό;
«Ο συγγραφέας που δε κάνει άλλο από το να γράφει», απαντά «Είναι σα το φεγγάρι που στέλνει κάποιο φως δανεισμένο από τον ήλιο. Ο συγγραφέας χρειάζεται πληροφόρηση από πρώτο χέρι, κάτι που μόνο η εργασία σε κάποιον άλλο τομέα μπορεί να του προσφέρει. Διαφορετικά επαναλαμβάνει αυτά που διάβασε σε βιβλία τρίτων»
Πως ξεκίνησε;
«Πρωτόγραψα ποίηση στον στρατό. Ένας φίλος έγραψε κάποιο ποίημα στο κορίτσι του, είχε κάποια δυσκολία και μου το έφερε. Ήταν πράγματι ένα χάλι μαύρο». Γελά «Του το ξανάγραψα κι αυτός το έδειξε στους φίλους του. Τους άρεσε πολύ και μου ζήτησαν να γράψω και για αυτούς. Όλοι με θεώρησαν πολύ καλό κι έτσι συνέχισα. Πολλά από αυτά ήταν ερωτικά ποιήματα τότε».
Τα σχέδια των σανδαλιών του, όπως κι η ποίησή του, που συχνά επηρεάζεται από την ελληνική μυθολογία και ιστορία, βασίζονται στα υποδήματα επιφανών όπως ο Πλάτων, ο Περικλής και η Ωραία Ελένη,μερικές φορές με κάποια προσωπική μετατροπή από τον Μελισσινό.
«Ο πατέρας μου πουλούσε πέδιλα με λαστιχένιους πάτους, όταν ξεκίνησε το μαγαζί το 1927 και το ίδιο έκανα κι εγώ το 1954. Τότε, μια μέρα ήρθε μια κυρία φέρνοντας ένα ωραίο ζευγάρι, σαν κι αυτό και μου ζήτησε να της φτιάξω άλλο ένα. Έφτιαξα δυο για εξάσκηση και το άλλο το κρέμασα στην πόρτα. Πουλήθηκε σε μισή ώρα. Το πήρα σα μήνυμα» γελά. «Έφτιαξα, Δύο, τέσσερα, έξι, οχτώ, όλα Πουλήθηκαν γρήγορα. Έτσι άρχισα να φτιάχνω μόνο αυτό το είδος κι ακλούθησαν κι άλλοι που άνοιξαν σανδαλοποιεία γύρω μου κι άρχισαν να φτιάχνουν τα σανδάλια μου. Πήραν κι αυτοί το μήνυμα» και γελά με αυτό το συνεχές, ήρεμο κι ευτυχισμένο γέλιο και πάλι.
Μιλά για την πρώτη από τις πολλές συναντήσεις με τους Μπίτλς. Ήταν το 1968. «Πρώτος από όλους ήρθε ο διανοούμενος… ο Λένον. Μου είπε ότι βρήκε κάπου τα έργα μου. Ακολούθησαν και οι υπόλοιποι, σαν τους επτά νάνους» Πνίγει τα γέλια του καθώς μιμείται την παρατεταγμένη είσοδό τους στο ασφυκτικά γεμάτο μαγαζί του.
«Υπήρχαν σωματοφύλακες αλλά έπρεπε να κλείσουμε το μαγαζί γιατί οι θαυμαστές τους θα διέλυαν τα πάντα εδώ μέσα. Όλοι τους αγόρασαν πολλά σανδάλια». 
«Όταν τα παιδιά μου αργότερα με ρώτησαν γιατί δε ζήτησα αυτόγραφό τους, είπα: Θα έπρεπε αυτοί να ζητήσουν το δικό μου, γιατί θα υπάρχω και πολύ μετά από τους Μπίτλς» Ξαναγελά.
Τα βιβλία ποίησης, σε αντίθεση με τα σανδάλια, που καλύπτουν τους τοίχους δεν εκτίθενται. Αλλά πουλιούνται. Απλώς ζητήστε τα κι ένα βιβλίο θα κάνει την εμφάνισή του, το οποίο με χαρά θα σας αφιερώσει.

Οι ταξιδιώτες εξακολουθούν να κάθε λίγο να επιστρέφουν για να αντικαταστήσουν τα παλιά τους σανδάλια με κάποια νέα ανάμεσα στα 32 σχέδια που διατίθενται. Επίσης έρχονται για να επισκεφθούν. Για κάποιους είναι ένα είδος ιερού προσκυνήματος. Γιατί το μαγαζί του Σταύρου Μελισσινού, του σανδαλοποιού ποιητή είναι μια σπάνια κι ευτυχής ανακάλυψη. Ακόμα κι ο πιο πολύπειρος ταξιδιώτης θα συμφωνούσε. Και τέλος πάντων, που θα μπορούσατε να βρείτε σανδάλια φτιαγμένα σαν ποίημα που σαν κάνουν να νιώθετε σαν τον Απόλλωνα.

Σκανδιναβική εφημερίδα

En poetisk sandalmager

Ο Σταύρος Μελισσινός & η Τζάκη Ωνάση

Γερμανική εφημερίδα (στα Γερμανικά)

Αλλά υπάρχει πάντα χώρος για σανδάλια!!! Σωστά?

Και όχι μόνο σανδάλια. Γνωρίστε τον Σταύρο Μελισσινό, ποιητή, τσαγκάρη και άνθρωπο διαμάντι.
Η επιχείρηση του Μελισσινού έχει τα διπλάσια χρόνια από τα δικά μου. Έρχεται καθημερινά στο μικρό του κατάστημα, δουλεύοντας πάνω σε λωρίδες από δέρμα και πέλματα από καουτσούκ και φτιάχνει υπέροχα σανδάλια που με το χρόνο γίνονται καλύτερα σαν ένα κρασί Margeaux.

Ο Μελισσινός και εγώ έχουμε μια κοινή αγάπη για την ελληνική μυθολογία (και αποδέχομαι τις δικές του απόψεις πάνω σε αυτήν!). Η αρχαία ελληνική θρησκεία, η λογοτεχνία και η ιστορία ασκούν συμαντική επιρροή στο έργο του τόσο ως ποιητή όσο και ως τσαγκάρη. Πολλά από τα σανδάλια του θυμίζουν υποδήματα που παρουσιάζονται σε αρχαιοελληνικά αγγεία.

Μου έφτιαξε δύο ζευγάρια σε ανοιχτόχρωμο δέρμα που τώρα έχουν πάρει μια πλούσια χρυσό-καφέ απόχρωση. Το ένα ήταν ένα ζευγάρι σανδάλια χωρίς πισώλουρο που θα μπορούσα να φοράω με τζιν στο σπίτι μου, στη Νέα Υόρκη. Και το άλλο, το αγαπημένο μου, ήταν ένα ζευγάρι εμπνευσμένο από την Αθηνά που διαθέτει μακριά δερμάτινα κορδόνια που τυλίγονται γύρω από τον αστράγαλο ή μπορούν να δεθούν και μέχρι το γόνατο. Και τα δύο είχαν λεπτές λαστιχένιες σόλες, οι οποίες αποδείχτηκαν εξαιρετικά ανθεκτικές.

Όταν αγόρασα τα σανδάλια έπρεπε να επισκεφθώ άλλες τρεις χώρες μέσα σε ενάμιση μήνα. Τα φορούσα συνεχώς όλο το υπόλοιπο καλοκαίρι, περπατώντας σε πόλεις, κάνοντας πεζοπορία σε ερείπια, καθημερινά με ένα σακίδιο στην πλάτη. Και τα δύο ζευγάρια όχι μόνο έχουν επιβιώσει, αλλά εξακολουθούν να είναι σε άριστη κατάσταση και είναι πιο ελκυστικά και άνετα σήμερα (9 μήνες αργότερα) από ό, τι πριν. Το ένα μάλιστα άντεξε και στα συνεχή μούσκεματα μέσα στις ταϊλανδέζικες μακρόστενες βάρκες!

Ο Σταύρος Μελισσινός και το κατάστημά του ήταν η κορυφαία εμπειρία μου κατά τη διαμονή μου στην Αθήνα και προτρέπω όλου σας να τον επισκεφτείτε. Τα σανδάλια του είναι αρκετά φθηνά (περίπου 18 $ ανά ζεύγος το περασμένο καλοκαίρι) και μπορείτε να τα αγοράσετε ως δώρα ακόμη και για μικρά παιδιά.


Μερικά ακόμα site:

ATHENS INFO GUIDE