Ο ΣΤΑΥΡΟΣ ΜΕΛΙΣΣΙΝΟΣ – ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑ

Ο Σταύρος Μελισσινός στο εργαστήρι του

Ο Σταύρος Μελισσινός προέρχεται από την ιστορική Βυζαντινή Οικογένεια των Μελισσηνών (Μελισσινών).

Ο κλάδος της οικογένειάς του, ο προερχόμενος από την Κρήτη, εγκατέλειψε την νήσο κατόπιν ανεπιτυχών εξεγέρσεων τον 17ο αιώνα, αφήνοντας πίσω κτήματα και κάστρα και μετοικώντας στα νησιά της Νάξου και της Τήνου.

Μέχρι τα τέλη του 18ου αιώνα είχαν εγκατασταθεί ήδη στην Αθήνα.

Ο Σταύρος γεννήθηκε στις 10 Σεπτεμβρίου 1929 στην οδό Ποικίλης 6, στην Πλάκα, την παλιά συνοικία της Αθήνας . Είναι  πατέρας του Παντελή Μελισσινού, σανδαλοποιού 3ης γενιάς, ποιητή και καλλιτέχνη, που συχνά αναφέρεται ως “Ο Ποιητής Σανδαλοποιός των Αστέρων” και που τώρα διευθύνει το περίφημο σανδαλοποιείο των Μελισσινών.

Ο ΣΤΕΝΟΣ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΚΟΣ ΚΥΚΛΟΣ ΤΟΥ ΣΤΑΥΡΟΥ – ΟΙ ΠΡΟΓΟΝΟΙ & Ο ΠΑΤΕΡΑΣ

Ο Μελισσινός και η γυναίκα του Σοφία χορεύουν στη δεκαετία του ’70

Ο συνονόματος παππούς του, ο Σταύρος και η γιαγιά του, η Ζαφείρω, καταγίνονταν με τους εξοπλισμούς πλοίων.

Το 1920, ο γιος τους Γεώργιος, ο πατέρας του Σταύρου δημιούργησε την βιοτεχνία παπουτσιών του, στην Αθήνα. Ο άλλος γιος τους, ο Παναγιώτης, ίδρυσε τη MELCO, μια βιομηχανία ψυγείων πάγου και άλλων οικιακών συσκευών. Βραβεύτηκε με μετάλλιο για τα εξαιρετικά του επιτεύγματα στον τομέα της βιομηχανίας και ήταν επίσης οικονομικός υποστηρικτής του Ελευθέριου Βενιζέλου, τότε πρωθυπουργού της Ελλάδας. Ένας άλλος γιος, ο Εμμανουήλ Μελισσινός έφυγε για τις ΗΠΑ και πέθανε εκεί. Ο τέταρτος γιος τους, ο Μιχαήλ Μελισσινός, ήθελε να ακολουθήσει συγγραφική καριέρα, αλλά πέθανε στο πεδίο της μάχης, κατά τον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο. Υπήρχαν επίσης τρεις αδελφές: η Θεανώ, η Αικατερίνη, και η Βασιλική.

ΣΤΑΥΡΟΣ ΜΕΛΙΣΣΙΝΟΣ – Ο ΠΟΙΗΤΗΣ ΣΑΝΔΑΛΟΠΟΙΟΣ ΤΗΣ ΑΘΗΝΑΣ

Ο Σταύρος Μελισσινός, από την πλευρά της μητέρας του ήταν απόγονοι του διάσημου στρατηγού της Ελληνικής Επανάστασης, Δήμου Τσέλιου Φερεντίνου. Ο Δήμος Τσέλιος – ήταν από το Μεσολόγγι – κι επίσης σύγχρονος του Λόρδου Βύρωνα, του διάσημου ποιητή που πέθανε για την Ελληνική ανεξαρτησία, στο Μεσολόγγι, στις 19 Απριλίου 1824.

Μετά το γυμνάσιο ο Σταύρος υπηρέτησε ως αξιωματικός του ελληνικού στρατού. Εκεί , άρχισε να γράφει τα πρώτα του ερωτικά ποιήματα, των οποίων  παραλήπτης ήταν η μελλοντική του σύζυγος Σοφία. Εγκατέλειψε το στρατό όμως για να σπουδάσει κινηματογράφο και τηλεόραση, στη Σχολή Σταυράκου, στην Αθήνα, αλλά οι φιλοδοξίες του δεν εκπληρώθηκαν λόγω του αιφνίδιου θανάτου του πατέρα του το 1954 κι έτσι ανέλαβε την οικογενειακή επιχείρηση.

ΕΝΑ ΓΥΡΙΣΜΑ ΤΗΣ ΤΥΧΗΣ – ΤΑ ΠΡΩΤΑ ΑΡΧΑΙΟΕΛΛΗΝΙΚΑ ΣΑΝΔΑΛΙΑ ΣΤΗ ΣΥΓΧΡΟΝΗ ΕΠΟΧΗ

Ο Παντελής Μελισσινός και ο διάσημος αμερικανικός κωμικός Bob Saget

Ο Σταύρος Μελισσινός ήταν γραφτό να ξεκινήσει την μόδα του αρχαιοελληνικού σανδαλιού, η οποία κρατάει μέχρι σήμερα, όταν μια Αγγλίδα χορογράφος του ζήτησε μερικά ζευγάρια σανδαλιών, εμπνευσμένων από την Αρχαία Ελλάδα, για την ομάδα της, όπως αυτά που έφτιαχνε ο πατέρας του για το Εθνικό Θέατρο της Ελλάδας. Στην αρχή αρνήθηκε, αλλά η Σοφία, η γυναίκα του, του υπενθύμισε το πολιτικό και οικονομικό χάος της μεταπολεμικής Ελλάδας και επειδή ήταν πραγματικά δύσκολο να ζει κανείς μόνο με την ποίηση, τελικά δέχτηκε. Έκανε έξι ζευγάρια για την χορογράφο και μερικά επιπλέον για τη βιτρίνα του καταστήματος.

Οι πρώτοι μεταπολεμικοί Αμερικάνοι τουρίστες και ιδιαίτερα τα κορίτσια και οι σύζυγοι των Αμερικανών στρατευμένων που στάθμευαν στην Ελλάδα, αλλά και  διασημότητες, όπως Σοφία Λόρεν, Μαρία Κάλας, Μπητλς, Τζάκι Ωνάση, και αμέτρητοι άλλοι διάσημοι που άρχισαν να συρρέουν, τα λάτρεψαν τόσο πολύ που τα διέδωσαν σε όλο τον κόσμο. Έτσι ο Σταύρος Μελισσινός έγινε ο πασίγνωστος Σανδαλοποιός Ποιητής της Αθήνας.

Τις δόξες πάρε τις τιμές, του μάταιου δω του κόσμου

Τα γρανιτένια ανάκτορα κι εμέ μονάχα δωσ’ μου

Της θλίψης το χαμόγελο, το δάκρυ της χαράς

Και θα ‘χω χτίσει για να ζω μύρια παλάτια εντός μου

Σταύρος Μελισσινός (Απόσπασμα από τη συλλογή του “Αθηναϊκά Ρουμπαγιάτ”)

ΜΕΛΙΣΣΙΝΟΣ: “ΕΝΑΣ ΜΙΚΡΟΣ ΜΥΘΟΣ ΣΤΗΝ ΠΟΛΗ ΤΩΝ ΜΥΘΩΝ”

Του Τζέισον Σκούνοβερ – 1978 – CANADA HERALD TRIBUNE

ΑΘΗΝΑ– Δεν συμβαίνει συχνά ένα άτομο να μετατρέπεται σε τουριστικό αξιοθέατο, όμως αυτή είναι η περίπτωση του σανδαλοποιού ποιητή, στο Γιουσουρούμ της Αθήνας, του Σταύρου Μελισσινού. Το να τον περιγράψουμε σαν ένα σεμνό μύθο θα ήταν κάτι πιο κοντά στην πραγματικότητα.

Ένας «ιδίω δικαιώματι», διεθνούς φήμης ποιητής, είναι επίσης κι ο σανδαλοποιός ανθρώπων όπως η Σοφία Λόρεν, που φορά τα σανδάλια του από τότε που κινηματογράφησε το “Παιδί και το Δελφίνι” στα τοπικά ύδατα, τόσο παλιά που κανείς δε θέλει να θυμάται, των Μπητλς, του Ρούντολφ Νουρέγιεφ, της Μαργκό Φοντέιν, της Τζάκι Ωνάση, του Άντονι (Ζορμπάς, Ο Έλληνας Μεγιστάνας), Κουήν, του Τζόρτζ Πέπαρντ, της Ούρσουλα Άντρες και του μακαρίτη Τζόζεφ Κόττεν και Γκάρυ Κούπερ. Με ένα τέτοιο πελατολόγιο σίγουρα πρέπει να κάνει σωστά την δουλειά του.

Το ανεπιτήδευτο μαγαζάκι του Μελισσινού βρίσκεται στην σκιά της Ακρόπολης, δίπλα στη πλατεία Μοναστηρακίου. Εκεί βλέπει κανείς την χαοτική πολυχρωμία της μπερδεμένης πληθώρας των καροτσιών, πάγκων και καταστημάτων που απαρτίζουν την μεγάλη αγορά των παλιατζίδικων, όπου η «τουριστική τέχνη», των σφυρήλατων μπρούτζινων δίσκων και κανατιών, οι απομιμήσεις των αγαλμάτων της Αθηνάς και οι κάρτες αγοράζονται και πουλιούνται, σε μια περιοχή όπου η δραχμή δεν είναι αυτό που ήταν, και όπου συχνά ισχύει το: «φοβού τους Δαναούς και δώρα φέροντας» προς πώληση. Ο Μελισσινός ξεχωρίζει σαν ένας πράος έμπορος και τεχνίτης, που προσφέρει σε λογικές τιμές ένα ποιοτικό προϊόν, που δημιούργησε με την τίμια εργασία του.

Βρίσκεται στην οδό Πανδρόσου 89, τον μικρό δρόμο, που σχηματίζουν τα ακόμη μικρότερα μαγαζάκια και που βασίζεται κυρίως στον ξένο τουρίστα, που τον τραβά ο ελληνικός τρόπος ζωής. Εκεί μέσα στην ακαταστασία και την μυρωδιά του δέρματος, ο γνωστότερος έλληνας ποιητής, θεατρικός συγγραφέας και μεταφραστής λογοτεχνικών έργων ασκεί με γλυκύτητα την τέχνη του.

Το αντικείμενο όλου του ενδιαφέροντος είναι ένας μεσήλικας που έχει αρχίσει να καραφλαίνει και να παίρνει βάρος, αλλά που έχει επίσης τα καθαρά μάτια ενός παιδιού κι ένα πρόσωπο τόσο τρυφερό όσο η βακέτα την οποία επεξεργάζεται με τόση δεξιοτεχνία.

Από τότε που άρχισε να γράφει ποίηση, το 1953, ο Μελισσινός έχει εκδώσει 10 ποιητικές συλλογές, πολλές από τις οποίες έχουν μεταφραστεί στο εξωτερικό. Τα έργα του Βρίσκονται στις βιβλιοθήκες των πανεπιστημίων του Χάρβαρντ και της Οξφόρδης. Τον έχει παρουσιάσει το B.B.C., τα τρία αμερικάνικα δίκτυα και προσφάτως, σε συνδυασμό με μια επίσκεψη της «Μις Καναδάς» και στο δικό μας CTV. Επίσης έχει γράψει αρκετά θεατρικά κι έχει μεταφράσει έργα μεγάλων λογοτεχνών στα ελληνικά.

«Η ελληνική είναι πλουσιότερη από τις άλλες γλώσσες κι έτσι οι μεταφράσεις, συχνά, είναι καλλίτερες» λέει.

Το γνωστότερο έργο του, τα Ρουμπαγιάτ του Μελισσινού, του 1959, του οποίου οι 127 στίχοι εξυμνούν κάτι που ακουμπά πολύ συχνά τα χείλη πολλών ελλήνων -το κρασι- διδάσκεται σε αρκετά σημαντικά αμερικάνικα πανεπιστήμια. Επίσης χρησιμοποιεί και στην τέχνη του, την παλιά στρατιωτική του εκπαίδευση πάνω στη ραδιοηλεκτρολογία.

«Υπάρχει σχέση ανάμεσα στην ποίηση και τα μαθηματικά. Και πολύ κοντινή μάλιστα».

Η ποίησή του είναι λυρική, τείνει σε ένα ρομαντισμό του τύπου του Ομάρ Καγιάμ και είναι συγχρόνως απλή και φιλοσοφική.

Έχει φθάσει στο σημείο όπου ένα θεατρικό του: «Η Ζώνη Αγνότητος», απαγορεύτηκε στην Ελλάδα για πολιτικούς λόγους, γεγονός που τον κάνει μάλλον περήφανο.

Γιατί ένας άνθρωπος τόσο γνωστός εξακολουθεί να ασκεί ένα επάγγελμα τόσο καθημερινό;

«Ο συγγραφέας που δε κάνει άλλο από το να γράφει», απαντά «Είναι σα το φεγγάρι που στέλνει κάποιο φως δανεισμένο από τον ήλιο. Ο συγγραφέας χρειάζεται πληροφόρηση από πρώτο χέρι, κάτι που μόνο η εργασία σε κάποιον άλλο τομέα μπορεί να του προσφέρει. Διαφορετικά επαναλαμβάνει αυτά που διάβασε σε βιβλία τρίτων»

Πως ξεκίνησε;

«Πρωτόγραψα ποίηση στον στρατό. Ένας φίλος έγραψε κάποιο ποίημα στο κορίτσι του, είχε κάποια δυσκολία και μου το έφερε. Ήταν πράγματι ένα χάλι μαύρο». Γελά «Του το ξανάγραψα κι αυτός το έδειξε στους φίλους του. Τους άρεσε πολύ και μου ζήτησαν να γράψω και για αυτούς. Όλοι με θεώρησαν πολύ καλό κι έτσι συνέχισα. Πολλά από αυτά ήταν ερωτικά ποιήματα τότε».

Τα σχέδια των σανδαλιών του, όπως κι η ποίησή του, που συχνά επηρεάζεται από την ελληνική μυθολογία και ιστορία, βασίζονται στα υποδήματα επιφανών όπως ο Πλάτων, ο Περικλής και η Ωραία Ελένη, μερικές φορές με κάποια προσωπική μετατροπή από τον Μελισσινό.

«Ο πατέρας μου πουλούσε πέδιλα με λαστιχένιους πάτους, όταν ξεκίνησε το μαγαζί το 1927 και το ίδιο έκανα κι εγώ το 1954. Τότε, μια μέρα ήρθε μια κυρία φέρνοντας ένα ωραίο ζευγάρι, σαν κι αυτό και μου ζήτησε να της φτιάξω άλλο ένα. Έφτιαξα δυο για εξάσκηση και το άλλο το κρέμασα στην πόρτα. Πουλήθηκε σε μισή ώρα. Το πήρα σα μήνυμα» γελά. «Έφτιαξα, Δύο, τέσσερα, έξι, οχτώ, όλα Πουλήθηκαν γρήγορα. Έτσι άρχισα να φτιάχνω μόνο αυτό το είδος κι ακολούθησαν κι άλλοι που άνοιξαν σανδαλοποιεία γύρω μου κι άρχισαν να φτιάχνουν τα σανδάλια μου. Πήραν κι αυτοί το μήνυμα» και γελά με αυτό το συνεχές, ήρεμο κι ευτυχισμένο γέλιο και πάλι.

Μιλά για την πρώτη από τις πολλές συναντήσεις με τους Μπίτλς. Ήταν το 1968. «Πρώτος από όλους ήρθε ο διανοούμενος… ο Λένον. Μου είπε ότι βρήκε κάπου τα έργα μου. Ακολούθησαν και οι υπόλοιποι, σαν τους επτά νάνους» Πνίγει τα γέλια του καθώς μιμείται την παρατεταγμένη είσοδό τους στο ασφυκτικά γεμάτο μαγαζί του.

«Υπήρχαν σωματοφύλακες αλλά έπρεπε να κλείσουμε το μαγαζί γιατί οι θαυμαστές τους θα διέλυαν τα πάντα εδώ μέσα. Όλοι τους αγόρασαν πολλά σανδάλια».

«Όταν τα παιδιά μου αργότερα με ρώτησαν γιατί δε ζήτησα αυτόγραφο τους, είπα: Θα έπρεπε αυτοί να ζητήσουν το δικό μου, γιατί θα υπάρχω και πολύ μετά από τους Μπίτλς» Ξαναγελά.

Τα βιβλία ποίησης, σε αντίθεση με τα σανδάλια, που καλύπτουν τους τοίχους δεν εκτίθενται. Αλλά πουλιούνται. Απλώς ζητήστε τα κι ένα βιβλίο θα κάνει την εμφάνισή του, το οποίο με χαρά θα σας αφιερώσει.

Οι ταξιδιώτες εξακολουθούν να κάθε λίγο να επιστρέφουν για να αντικαταστήσουν τα παλιά τους σανδάλια με κάποια νέα ανάμεσα στα 32 σχέδια που διατίθενται. Επίσης έρχονται για να επισκεφθούν. Για κάποιους είναι ένα είδος ιερού προσκυνήματος. Γιατί το μαγαζί του Σταύρου Μελισσινού, του σανδαλοποιού ποιητή είναι μια σπάνια κι ευτυχής ανακάλυψη. Ακόμα κι ο πιο πολύπειρος ταξιδιώτης θα συμφωνούσε.

Και τέλος πάντων, που μπορείτε να βρείτε σανδάλια που φτιαγμένα σαν ποίημα σαν κάνουν να νιώθετε σαν τον Απόλλωνα.